Ο Όσιος Ιωακείμ ο Ιθακήσιος ή Όσιος Ιωακείμ ο Βατοπεδινός ή απλά Όσιος Ιωακείμ ο Παπουλάκης γεννήθηκε στο μικρό χωριουδάκι Καλύβια, απέναντι από το Σταυρό της Ιθάκης το έτος 1786. Οι γονείς του ονομάζονταν Άγγελος και Αγνή και ήταν πιστοί Χριστιανοί. Ο μικρός Ιωάννης (έτσι ονομαζόταν ο Όσιος πριν γίνει μοναχός) πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια διότι πέθανε η μητέρα του όταν αυτός ήταν ακόμη πολύ μικρός. Ο πατέρας του Άγγελος ξαναπαντρεύτηκε μια σκληρή γυναίκα, η οποία δεν έχανε ευκαιρία να τιμωρεί και να βασανίζει το μικρό Ιωάννη. Ο Ιωάννης από μικρό παιδί ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Με πολλή αγάπη και δυνατή πίστη στο Χριστό δεν έλειπε ποτέ από την εκκλησία, νήστευε, προσευχόταν συνεχώς και σκορπούσε αγάπη και καλοσύνη στους ανθρώπους. Με πολύ ζήλο μελετούσε θρησκευτικά βιβλία και κυρίως το Ιερό Ευαγγέλιο.
Νέος εργάστηκε ως ναυτικός στο πλοίο του πατέρα του. Σε κάποιο από τα ταξίδια του, έφυγε από το πλοίο και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί έγινε μοναχός στην Μονή Βατοπεδίου και από Ιωάννης ονομάστηκε Ιωακείμ. Στο μοναστήρι έμεινε 20 περίπου χρόνια και έγινε υπόδειγμα αρετής και πνευματικής προκοπής ανάμεσα στους υπόλοιπους μοναχούς. Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση έφυγε από το μοναστήρι και πήγε ως ιεραπόστολος στην Πελοπόννησο. Από εκεί φυγαδεύει στα Επτάνησα πολλούς γέρους και γυναικόπαιδα μαζί με τον παπά-Γιάννη Μακρύ από την Πύλαρο της Κεφαλονιάς.
Τα Επτάνησα τότε κατείχαν οι Βρετανοί. Ο Όσιος Ιωακείμ νιώθοντας τον κίνδυνο αλλοίωσης της Ορθοδοξίας, δεν επιστρέφει στο μοναστήρι του, αλλά έρχεται στην πατρίδα του Ιθάκη, όπου για 40 περίπου χρόνια, πηγαίνοντας ακούραστος σε κάθε χωριό και σε κάθε σπίτι του νησιού, διδάσκει το λόγο του Θεού, βοηθά τους άπορους και φτωχούς, χτίζει εκκλησίες, ενημερώνει και ελέγχει τους κατοίκους σε θέματα πίστης.
Ζώντας ο ίδιος με μεγάλη άσκηση και σε εκούσια φτώχεια, αποτελεί το στήριγμα, την παρηγοριά, την ελπίδα όλων των κατοίκων της Ιθάκης. Για την μεγάλη του αρετή, και την ειδοποιό του ταπείνωση, ο Θεός τον προίκισε με το ιαματικό και προφητικό χάρισμα, με σκοπό τη μετάνοια και ψυχική σωτηρία των ανθρώπων. Γι’ αυτό και στις καρδιές και συνειδήσεις των ντόπιων ανέκαθεν ο Παπουλάκης ήταν ο Άγιός τους.
Η κοίμηση του Αγίου
Την 1η Μαρτίου 1868, ὁ όσιος Παπουλάκης ησύχαζε στο σκληρό στρώμα του στο σπίτι του φιλόχριστου Χ, Παΐζη (Λιανοῦ) στο Βαθὺ της Ιθάκης. Προέλεγε ατάραχα και γαλήνια πώς ετοιμάζεται για το αιώνιο ταξίδι του. Τροφή δεν μπορούσε πια να δεχθεί. Κάλεσε για τελευταία φορά κοντά του τον ενάρετο ιερομόναχο Αγάπιο, εξομολογήθηκε και μετά σιώπησε, προσδοκώντας να παραδώσει το πνεύμα του στον Πλάστη του. Ήταν Παρασκευή.
Μετά τα μεσάνυχτα ἡ υγεία του βάρυνε και στις πέντε το πρωί του Σαββάτου 2 Μαρτίου του 1868 κοιμήθηκε τον μακάριο ύπνο των δικαίων. Την κηδεία του, με εντολή του μητροπολίτη, ανέλαβε ο ηγούμενος της Ἱ. Μ. Καθαρῶν. Επάνω του δεν βρήκαν κανένα χρηματικό ποσόν. Η παντελής του φτώχεια επισφράγισε την τέλεια ασκητική και αγαπητικὴ ζωή του. Μόνο στο δεξί του χέρι βρήκαν ένα χαρτί με την επιθυμία του να ταφεί πίσω από το ιερό του ναού της Αγίας Βαρβάρας, στον Σταυρό. Σαφώς και εκπληρώθηκε ἡ τελευταία του επιθυμία, με πάνδημη συμμετοχή του λαού της Ιθάκης, αφού πρώτα ψάλθηκε ἡ νεκρώσιμη ακολουθία στον Άγιο Νικόλαο, στο Βαθύ. Η ακολουθία μέχρι τον Σταυρό, έγινε πεζή κάτω από καταρρακτώδη βροχή. Μόνο το Άγιο λείψανο δεν βράχηκε…
Μετά την κοίμηση του Αγίου αναφέρονται πάνω από 10 θαύματα επίκλησης του οσίου. Π.χ. ἡ κ. Αναστασία Λεκατσά από τα Καλύβια, θυμάται από την ηλικία των 15 ετών, τον βοσκό Σπύρο Παΐζη που τις καλοκαιρινές νύχτες κοιμόταν με το κοπάδι του στο βουνό. Αυτός έλεγε με δέος, ότι κάποια νύχτα έβλεπε φως από το απέναντι βουνό της Βίγλας, να ανεβαίνει και να πηγαίνει στην Αγία Βαρβάρα και να χάνεται πίσω στον τάφο του Αγίου.
Η επίσημη αναγνώριση του ως Αγίου της Εκκλησίας μας έγινε τον Μάρτιο του 1998. Ἡ μνήμη του εορτάζεται την 23ην Μαΐου εκάστου έτους, (ημέρα ανακομιδής ιερών λειψάνων του 1992).
Πηγή: Το βιβλίο του Κ. Π. Κανέλλου, «Ο ΟCΙΟC ΙΩΑΚΕΙΜ Ο ΙΘΑΚΗCΙΟC», Ιθάκη 2000.